Χ.Α.Ν.Θ. (1997)

Αθλητικό κέντρο, πολιτιστικό συγκρότημα και υπόγειο parking σε επαφή με το ιστορικό κτήριο στην ομώνυμη πλατεία της Θεσσαλονίκης

 

Αρχιτεκτονική μελέτη: Κ. Αντωνίου, 

Ε. Κάστρο

Συνεργάτες:  Δ. Κατσάνος, Β. Κιμπάρη,

Ελ. Κωνσταντίνου, Ελ. Δισλή, Αν Γκοτούδης,

Β. Τσακαλίδου, Γ. Ριτζούλης

Πόλη: Θεσσαλονίκη

Ιδιοκτήτης: Χ.Α.Ν.Θ.

Επιφάνεια: 35.000 τ.μ.

Έτος: 1997

Κλικ στην εικόνα για μεγένθυση

Περιγραφή του έργου

Η Χριστιανική Αδελφότητα Νέων Θεσσαλονίκης (Χ.Α.Ν.Θ.) αποφάσισε το 1997 να προκηρύξει αρχιτεκτονικό διαγωνισμό σε επίπεδο προμελέτης με πρόσκληση, για την αξιοποίηση του ελεύθερου τμήματος του οικοπέδου του ιστορικού κτηρίου της ΧΑΝΘ στο οικοδομικό τετράγωνο που ορίζεται από τις οδούς Ι. Τσιμισκή, Στρ. Παν. Δαγκλή και Νικ. Γερμανού. Από το σύνολο των συμμετοχών η πρόταση του αρχιτεκτονικού γραφείου “Αντωνίου – Κάστρο” επιλέχθηκε από την κριτική επιτροπή του διαγωνισμού ως πλέον κατάλληλη για την υλοποίηση του έργου.

Το ζητούμενο από την προκήρυξη του διαγωνισμού ήταν η ανάπτυξη ενός κλειστού αθλητικού κέντρου χιλίων περίπου θέσεων, ενός πολιτιστικού κέντρου που θα στέγαζε εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες – πέραν αυτών που αναπτύσσονται στο ιστορικό κτήριο – και ενός υπόγειου χώρου στάθμευσης οχημάτων δυναμικότητας χιλίων θέσεων.

Ο κύριος συνθετικός στόχος της πρότασης ήταν η διατήρηση, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, της “εικόνας” του οικοδομικού τετραγώνου που είχε τα τελευταία εξήντα περίπου χρόνια στον αστικό ιστό της πόλης. Για την επίτευξη του στόχου αυτού στην πρώτη φάση της μελέτης, πραγματοποιήθηκαν οι ακόλουθοι σχεδιαστικοί χειρισμοί :

  • Η διατήρηση του κεντρικού υπαίθριου χώρου με τα γήπεδα τένις να καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό του χώρου αυτού.

  • Η διατήρηση της αθλητικής δραστηριότητας στην οδό Νικ.Γερμανού με την ανάπτυξη του αθλητικού κέντρου ακριβώς στην ίδια θέση που κατείχε το υπαίθριο γήπεδο καλαθοσφαίρισης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα ευμεγέθη υαλοπετάσματα του νέου αυτού κτηρίου στην οδό Νικ. Γερμανού αποβλέπουν στην ανάδειξη της δραστηριότητας που συντελείται στο κτήριο σε όσους κινούνται στην κεντρική αυτή οδό.

  • Η ανάπτυξη, στη διασταύρωση των οδών Ι. Τσιμισκή και Στρ. Παν. Δαγκλή, του κτηρίου πολιτιστικών χρήσεων σε δύο πτέρυγες που συνδέονται χαλαρά μέσω ενός κυλινδρικού ημιυπαίθριου χώρου που αποτελεί και την κεντρική είσοδο του συγκροτήματος αυτού. Τόσο ο γυάλινος θόλος του κτηρίου αυτού όσο και ο τρόπος προσπέλασης παραπέμπουν σε χαρακτηριστικά μορφολογικά και λειτουργικά στοιχεία που διαθέτει το υπάρχον ιστορικό κτήριο.

  • Η επίτευξη της μέγιστης δυνατής απόστασης μεταξύ των νέων κτηρίων από το ιστορικό κτήριο, έτσι ώστε οι υπαίθριες αθλητικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται στον κεντρικό υπαίθριο χώρο του οικοπέδου να είναι άμεσα ορατές από τους κινούμενους τόσο στην οδό Ι. Τσιμισκή όσο και στην οδό Νικ. Γερμανού, ακριβώς όπως συνέβαινε στην αρχική λειτουργία του οικοπέδου.

Οι απλοί πρισματικοί όγκοι των κτηρίων της πρότασης, σε συνδυασμό με τη λιτή οργάνωση του περιβλήματός τους, ήταν αποτέλεσμα της πρόθεσης των μελετητών για μια ευανάγνωστη και διαχρονική πρόταση, που με την αισθητική και μορφολογική “ουδετερότητά” της θα σεβόταν το υπάρχον ιστορικό κτήριο.

Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί η οπτική συνέχεια που οι μελετητές ήθελαν να υπάρχει μεταξύ του κεντρικού υπαίθριου χώρου του οικοπέδου με τους ανοιχτούς κοινόχρηστους χώρους στο άμεσο αστικό περιβάλλον του.

Στη συνέχεια, μετά την ενσωμάτωση ορισμένων παρατηρήσεων – κυρίως λειτουργικής φύσης – της Χ.Α.Ν.Θ. συντάχθηκε προωθημένη προμελέτη του έργου η οποία μαζί με αναλυτικές τεχνικές προδιαγραφές (δεύτερη φάση 1999) αποτέλεσαν τον κορμό της προκήρυξης του έργου στον διεθνή διαγωνισμό που προκήρυξε η Χ.Α.Ν.Θ. για την κατασκευή του.

Μετά την επιλογή της αναδόχου κατασκευαστικής εταιρείας η μελέτη προχώρησε σε επίπεδο οριστικής μελέτης και μελέτης εφαρμογής.

Στην τρίτη αυτή φάση (2002) έγιναν σημαντικές αλλαγές στη μελέτη που προέκυψαν από την απόφαση της αναδόχου εταιρείας του έργου και της Χ.Α.Ν.Θ. να κατασκευαστεί ένας μηχανικός και αυτοματοποιημένος σταθμός αυτοκινήτων – έναντι του συμβατικού τρόπου στάθμευσης που προβλεπόταν στις προηγούμενες φάσεις της μελέτης.

Τέλος θα πρέπει να τονιστεί ότι τόσο η μεγάλη διάρκεια σύνταξης της μελέτης (1997-2002) όσο και οι διάφορες τροποποιήσεις που υπέστη (με μεγαλύτερη αυτή της μετατροπής του συμβατικού χώρου στάθμευσης σε μηχανικό) δεν αλλοίωσαν τις αρχικές βασικές επιλογές της μελέτης που παραμένουν εμφανείς και μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του έργου.

Στην πρώτη φάση (1997) συμμετείχαν οι Δ. Κατσάνος, Β. Κιμπάρη και η Ελ. Κωνσταντίνου.

Στη δεύτερη φάση (1999) συμμετείχαν οι Δ. Κατσάνος, Ε. Κωνσταντίνου και Γ. Ριτζούλης.

Στην τρίτη φάση (2002 συμμετείχαν οι Αν. Γκοτούδης, Ελ. Δισλή και Β. Τσακαλίδου.