Μελέτη του 34ου και 115ου Δημοτικού Σχολείου

στη Θεσσαλονίκη στις οδούς Ιασωνίδου και Αρριανού (1996 – 99)

Αρχιτεκτονική μελέτη: Κ. Αντωνίου, Ε. Κάστρο

Συνεργάτες:

Πόλη: Θεσσαλονίκη

Ιδιοκτήτης: Υπουργείο Παιδείας

Επιφάνεια:

Έτος: 1996-1999

Κλικ στην εικόνα για μεγένθυση

Περιγραφή του έργου

Η εκσκαφή για την ανέγερση των παραπάνω δύο δημοτικών σχολείων αποκάλυψε έναν άγνωστο αρχαιολογικό χώρο ο οποίος κατά την αρχαιολογική ανασκαφή που ακολούθησε αποδείχθηκε ιδιαίτερα σημαντικός για την ελληνιστική και πρώιμη ρωμαϊκή ιστορική περίοδο της πόλης.

Παράλληλα η απουσία ελευθέρων οικοπέδων στο πυκνοδομημένο αυτό τμήμα της πόλης, που θα επέτρεπε την εγκατάσταση των δυο δημοτικών σχολείων, οδήγησε στην αναζήτηση σχεδιαστικής πρότασης που θα εξασφαλίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ταυτόχρονη παρουσία και ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου με τη λειτουργία των δύο σχολείων.

Η πρόταση της μελέτης αυτής αποδεικνύει τη δυνατότητα της συνύπαρξης αυτών των δύο χρήσεων χωρίς την εφαρμογή της “πυροσβεστικής” λύσης της κατάχωσης του αρχαιολογικού χώρου που συνήθως εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτές.

Εργαλείο της υλοποίησης της μελέτης αποτέλεσε η, μετά από συστηματική συνεργασία με την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία, επιλογή περιορισμένων σημείων όπου θα μπορούσαν να υποδεχτούν  πασσάλους για τη στήριξη της υπερκατασκευής του σχολικού συγκροτήματος.

Εννέα λοιπόν πάσσαλοι λειτουργούν ως θεμέλια της όλης υπερκατασκευής που υλοποιείται με πλάκες ιδιαίτερα μεγάλων διαστάσεων. Ο μικρός αυτός αριθμός πασσάλων ελαχιστοποιεί τη “ζημιά” που προκαλείται στον αρχαιολογικό χώρο ενώ η χωροθέτηση τους αναδεικνύει έναν υπάρχοντα αρχαίο δρόμο.

Ο φυσικός φωτισμός του αρχαιολογικού χώρου από την υπερκείμενη πλατεία τους σχολείου, η μεταφορά ορισμένων εκπαιδευτικών λειτουργιών στο επίπεδο του αρχαιολογικού χώρου και η αξιοποίηση της υψομετρικής διαφοράς που έχουν οι οδοί Ιασωνίδου και Αρριανού – που δίνει τη δυνατότητα απρόσκοπτης κίνησης και διέλευσης μέσω πεζογέφυρας στον αρχαιολογικό χώρο – θα μπορούσαν να αποτελέσουν παραδειγματική επίλυση της συνύπαρξης αρχαιολογικού χώρου και νέων χρήσεων, στοιχείο που αναδείχθηκε στις πολλαπλές δημόσιες συζητήσεις που προκάλεσε η συγκεκριμένη πρόταση της μελέτης.